ΑΝΑΚΟΙΝΩΘΕΝ ΤΥΠΟΥ
αρ. 66/02
11 Ιουλίου 2002
Απόφαση του Δικαστηρίου
στην υπόθεση C-60/00
Ο Ρ. Carpenter έχει επιχείρηση
που ασχολείται
με την πώληση χώρου
για τη δημοσίευση
διαφημίσεων σε
ιατρικά και άλλα
επιστημονικά περιοδικά
και παρέχει στους
εκδότες των εν λόγω
περιοδικών διάφορες
υπηρεσίες διοικητικής
φύσεως και δημοσιεύσεως
αγγελιών. Η επιχείρηση
εδρεύει στο Ηνωμένο
Βασίλειο, όπου εδρεύουν
επίσης ορισμένοι
από τους πελάτες
της, αλλά πραγματοποιεί
μεγάλο μέρος της
δραστηριότητάς
της με διαφημιστές
εγκατεστημένους
σε άλλα κράτη μέλη
της Ευρωπαϊκής
Κοινότητας. Ο Ρ. Carpenter
ταξιδεύει σε άλλα
κράτη μέλη για τις
ανάγκες της επιχειρήσεώς
του.
Τον Ιούλιο 1996, η Μ. Carpenter
ζήτησε από τον Secretary
of State άδεια διαμονής
στο Ηνωμένο Βασίλειο
ως σύζυγος βρετανού
υπηκόου. Η αρμόδια
αρχή απέριψε την
αίτηση αυτή και
αποφάσισε να απελάσει
την Μ. Carpenter επειδή
δεν τήρησε τη διάρκεια
της αρχικής αδείας
της εισόδου.
H M. Carpenter βάλλει κατά
της αποφάσεως αυτής.
Το Immigration Appeal Tribunal, που είχε
επιληφθεί της υποθέσεως
στο μεταξύ, ανέστειλε
τη διαδικασία και
υπέβαλε στο Δικαστήριο
των Ευρωπαϊκών
Κοινοτήτων το ερώτημα
αν το κοινοτικό
δίκαιο παρέχει
στη σύζυγο, υπήκοο
τρίτου κράτους,
ενός υπηκόου κράτους
μέλους της Ευρωπαϊκής
Ενώσεως δικαίωμα
διαμονής στο Ηνωμένο
Βασίλειο, κράτος
μέλος καταγωγής
του Ρ. Carpenter.
Δύο ερωτήματα υποβλήθηκαν στο Δικαστήριο :
1°) Το κοινοτικό
δίκαιο έχει εφαρμογή
στην περίπτωση
αυτή, με άλλα λόγια
υφίσταται στοιχείο
συνδέσεως με μια
από τις καταστάσεις
που προβλέπει το
κοινοτικό δίκαιο;
Είναι αποδεδειγμένο
ότι η επαγγελματική
δραστηριότητα
του Ρ. Carpenter συνίσταται
στην παροχή υπηρεσιών,
έναντι αμοιβής,
σε διαφημιστές
εγκατεστημένους
ιδίως σε άλλα κράτη
μέλη. Οι παροχές
αυτές πραγματοποιούνται
με επαγγελματικά
ταξίδια προς τα
άλλα κράτη μέλη
ή με διασυνοριακές
υπηρεσίες από το
Ηνωμένο Βασίλειο.
Ο Ρ. Carpenter κάνει συνεπώς
χρήση του δικαιώματός
του προς ελεύθερη
παροχή υπηρεσιών.
Εντούτοις, η κοινοτική
οδηγία περί καταργήσεως
των περιορισμών
στη διακίνηση και
στη διαμονή των
υπηκόων των κρατών
μελών στον τομέα
της παροχής υπηρεσιών
προβλέπει, στο πλαίσιο
αυτό, την περίπτωση
εισόδου και διαμονής
στο έδαφος ενός
άλλου κράτους μέλους,
αλλά δεν ρυθμίζει
το δικαίωμα διαμονής
των μελών της οικογενείας
του παρέχοντος
υπηρεσίες στο κράτος
μέλος καταγωγής
του.
2°) Μπορεί να συναχθεί
από το κοινοτικό
δίκαιο δικαίωμα
διαμονής υπέρ του
συζύγου;
Το Δικαστήριο
υπενθύμισε ότι
ο κοινοτικός νομοθέτης
αναγνώρισε τη σημασία
που έχει η διασφάλιση
της προστασίας
της οικογενειακής
ζωής των υπηκόων
των κρατών μελών
για την κατάργηση
των εμποδίων στην
άσκηση των θεμελιωδών
ελευθεριών που
κατοχυρώνει η Συνθήκη
ΕΚ.
Δεν αμφισβητείται
ότι ο συνδεδεμένος
με την απέλαση της
Μ. Carpenter χωρισμός των
συζύγων θα έθιγε
την οικογενειακή
τους ζωή και, ως
εκ τούτου, τις συνθήκες
ασκήσεως μιας θεμελιώδους
ελευθερίας από
τον Ρ. Carpenter. Συγκεκριμένα,
η ελευθερία αυτή
δεν μπορεί να είναι
πλήρης αν ο Carpenter κωλύεται
να την ασκήσει λόγω
των εμποδίων τα
οποία υφίστανται,
στη χώρα καταγωγής
του, όσον αφορά
την είσοδο και τη
διαμονή της συζύγου
του.
Συναφώς, το Δικαστήριο
επισημαίνει ότι
ένα κράτος μέλος
μπορεί να επικαλεστεί
λόγους γενικού
συμφέροντος για
να δικαιολογήσει
εθνική ρύθμιση
που μπορεί να παρεμποδίσει
την ελεύθερη παροχή
υπηρεσιών μόνον
όταν η ρύθμιση αυτή
συνάδει προς τα
θεμελιώδη δικαιώματα,
για τον σεβασμό
των οποίων μεριμνά
το Δικαστήριο.
Η απόφαση απελάσεως
της Μ. Carpenter αποτελεί
περιορισμό στην
άσκηση από τον Ρ. Carpenter
του δικαιώματός
του σεβασμού της
οικογενειακής
του ζωής, κατά την
έννοια της Συμβάσεως
περί προασπίσεως
των ανθρωπίνων
δικαιωμάτων και
θεμελιωδών ελευθεριών,
η οποία αποτελεί
μέρος των θεμελιωδών
δικαιωμάτων που
προστατεύονται
στην κοινοτική
έννομη τάξη. Το
Δικαστήριο επισημαίνει
συναφώς ότι η Σύμβαση
δεν κατοχυρώνει
υπέρ ενός αλλοδαπού
δικαίωμα εισόδου
ή διαμονής σε συγκεκριμένο
κράτος, ο αποκλεισμός,
όμως, του προσώπου
αυτού από κράτος
στο οποίο ζουν οι
οικείοι του μπορεί
να αποτελέσει περιορισμό
του δικαιώματος
σεβασμού της οικογενειακής
ζωής.
Η απόφαση απελάσεως
της Μ. Carpenter, εν προκειμένω,
δεν τηρεί τη δίκαιη
στάθμιση των υφισταμένων
συμφερόντων, ήτοι,
αφενός, το δικαίωμα
του Carpenter προς σεβασμό
της οικογενειακής
του ζωής και, αφετέρου,
την προστασία της
δημόσιας τάξεως
και δημόσιας ασφάλειας.
Συγκεκριμένα,
μολονότι η σύζυγος
του Ρ. Carpenter παρέβη
τους νόμους του
Ηνωμένου Βασιλείου
περί αλλοδαπών,
με το να μην εγκαταλείψει
το εθνικό έδαφος
μετά τη λήξη της
άδειάς της παραμονής
ως επισκέπτριας,
η διαγωγή της από
την άφιξή της στο
Ηνωμένο Βασίλειο
τον Σεπτέμβριο
του 1994 υπήρξε ανεπίληπτη,
οπότε δεν είναι
δυνατό να θεωρηθεί
ότι μπορεί να αποτελέσει
κίνδυνο για τη δημόσια
τάξη και δημόσια
ασφάλεια. Εξάλλου,
δεν αμφισβητείται
ότι ο γάμος του
ζεύγους Carpenter, που τελέσθηκε
στο Ηνωμένο Βασίλειο
το 1996, είναι γνήσιος
και ότι η Μ. Carpenter διάγει
πραγματική οικογενειακή
ζωή, έχοντας ιδίως
τη φροντίδα των
τέκνων του συζύγου
της από τον πρώτο
του γάμο.
Υπό τις συνθήκες
αυτές, η απόφαση
απελάσεως της M. Carpenter
αποτελεί περιορισμό
δυσανάλογο προς
τον επιδιωκόμενο
σκοπό.
Το Δικαστήριο
καταλήγει συνεπώς
ότι η αρχή της ελεύθερης
παροχής υπηρεσιών
που προβλέπει η
Συνθήκη ΕΚ, υπό
το φως του θεμελιώδους
δικαιώματος σεβασμού
της οικογενειακής
ζωής, απαγορεύει
στο κράτος μέλος
καταγωγής του παρέχοντος
υπηρεσίες, εγκατεστημένου
σε αυτό και παρέχοντος
υπηρεσίες σε αποδέκτες
εγκατεστημένους
σε άλλα κράτη μέλη,
να αρνείται στη
σύζυγο, υπήκοο τρίτης
χώρας, του εν λόγω
παρέχοντος τη διαμονή
στο έδαφός του.
Διαθέσιμες γλώσσες:
γερμανική, γαλλική,
αγγλική, ελληνική,
ιταλική και ολλανδική Για το πλήρες
κείμενο των αποφάσεων
συμβουλευθείτε
τη σελίδα μας
στο Διαδίκτυο
www.curia.eu.int |