Τμήμα Τύπου και Πληροφοριών

ΑΝΑΚΟΙΝΩΘΕΝ ΤΥΠΟΥ αριθ. 82/02

της 15ης Οκτωβρίου 2002

Προτάσεις του γενικού εισαγγελέα D. Ruiz-Jarabo στην υπόθεση C-326/00

Ίδρυμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων (IKA) κατά Βασιλείου Ιωαννίδη

ΚΑΤΑ ΤΗ ΓΝΩΜΗ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ, ΕΝΑ ΚΡΑΤΟΣ ΜΕΛΟΣ ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ ΠΡΟΣΘΕΤΕΣ ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ, ΠΕΡΑΝ ΕΚΕΙΝΩΝ ΠΟΥ ΠΡΟΒΛΕΠΕΙ ΤΟ ΚΟΙΝΟΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ, ΠΡΟΚΕΙΜΕΝΟΥ ΝΑ ΑΝΑΛΑΒΕΙ ΤΑ ΙΑΤΡΙΚΑ ΕΞΟΔΑ ΣΥΝΤΑΞΙΟΥΧΟΥ ΠΟΥ ΒΡΙΣΚΕΤΑΙ ΩΣ ΕΠΙΣΚΕΠΤΗΣ ΣΕ ΑΛΛΟ ΚΡΑΤΟΣ ΜΕΛΟΣ

Ο γενικός εισαγγελέας D. Ruiz-Jarabo θεωρεί ότι η εθνική νομοθεσία δεν μπορεί να εξαρτά την καταβολή των εν λόγω εξόδων από εκ των υστέρων έγκριση χορηγούμενη υπό την προϋπόθεση να εκδηλώθηκε η ασθένεια κατά τρόπο αιφνίδιο

Ο Β. Ιωαννίδης, Έλληνας συνταξιούχος και κάτοικος Ελλάδας, χρειάστηκε να εισαχθεί σε νοσοκομείο κατά τη διάρκεια προσωρινής διαμονής του στη Γερμανία. Ο εν λόγω ιδιώτης πάσχει από καρδιακό νόσημα και, σύμφωνα με το πιστοποιητικό του θεράποντος ιατρού, η νοσηλεία έλαβε χώρα επειγόντως, εξαιτίας στηθαγχικών ενοχλήσεων. Ο ενδιαφερόμενος διέθετε εν ισχύει έντυπο Ε 111 (το οποίο παρέχει δικαίωμα επί παροχών ασθενείας σε είδος κατά τη διάρκεια διαμονής σε άλλο κράτος μέλος), εκδοθέν από το Ίδρυμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων (ΙΚΑ). Στη συνέχεια, ο Β. Ιωαννίδης ζήτησε από το γερμανικό ταμείο ασθενείας να καταβάλει τα έξοδα νοσηλείας, με την προοπτική να επιβαρυνθεί τελικά με τα έξοδα αυτά το ΙΚΑ. Ο γερμανικός φορέας ζήτησε από το ΙΚΑ το έντυπο Ε 112 (με το οποίο παρέχεται στον ασφαλισμένο έγκριση να μεταβεί σε άλλο κράτος μέλος προκειμένου να υποβληθεί εκεί σε κατάλληλη θεραπεία) δεχόμενο την απόδοση των εξόδων νοσηλείας.

Ωστόσο, το ΙΚΑ πληροφόρησε το γερμανικό ταμείο ασθενείας ότι αδυνατούσε να αναλάβει τα έξοδα αυτά, καθόσον ο ασθενής έπασχε από χρόνια ασθένεια και η επιδείνωση της υγείας του δεν ήταν αιφνίδια, οπότε δεν συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις της ελληνικής νομοθεσίας για τη χορήγηση εκ των υστέρων εγκρίσεως.

Δεδομένου ότι η συναφής ένσταση του Β. Ιωαννίδη ευδοκίμησε, το ΙΚΑ προσέφυγε ενώπιον των ελληνικών δικαστηρίων. Το εθνικό δικαστήριο ερωτά το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά πόσον συμβιβάζεται με το κοινοτικό δίκαιο η ελληνική ρύθμιση, η οποία απαιτεί,ως πρόσθετη προϋπόθεση για την εκ των υστέρων έγκριση της αποδόσεως των ιατρικών εξόδων συνταξιούχου στο εξωτερικό, να εκδηλώθηκε η ασθένεια κατά τρόπο αιφνίδιο και να ήταν άμεση η ανάγκη παροχής ιατρικής περιθάλψεως.

Η γνώμη του γενικού εισαγγελέα δεν δεσμεύει το Δικαστήριο. Οι γενικοί εισαγγελείς έχουν ως αποστολή να προτείνουν με πλήρη ανεξαρτησία στο Δικαστήριο τη νομική λύση των υποθέσεων που τους ανατίθενται.  

Ο γενικός εισαγγελέας επισημαίνει ότι η κοινοτική νομοθεσία επιφυλάσσει ευνοϊκότερη μεταχείριση στους συνταξιούχους απ' ό,τι στους εργαζόμενους, δεδομένου ότι η μόνη προϋπόθεση που ισχύει για τους πρώτους προκειμένου να τύχουν παροχών ασθενείας σε είδος εντός κράτους μέλους άλλου από το κράτος της κατοικίας τους είναι να χρειάζονται τις παροχές αυτές. Ο νομοθέτης επιδιώκει έτσι να ενθαρρύνει την κινητικότητα των συνταξιούχων στο έδαφος της Ενώσεως, ούτως ώστε να μην αποφεύγουν να μετακινούνται φοβούμενοι την πιθανότητα να βρεθούν ακάλυπτοι σε περίπτωση επιδεινώσεως της καταστάσεως της υγείας τους.

Ακολουθώντας τη συλλογιστική αυτή, ο γενικός εισαγγελέας υποστηρίζει ότι ο ασφαλιστικός φορέας του τόπου διαμονής δεν μπορεί να αμφισβητεί το πιστοποιητικό Ε 111 που έχει εκδώσει ο φορέας του κράτους κατοικίας, διότι τότε θα άφηνε ακάλυπτο από πλευράς ιατρικής περιθάλψεως τον ασφαλισμένο, παρόλο που ο τελευταίος θεωρεί ότι, εφόσον κατέχει το έντυπο αυτό, έχει δικαίωμα επί παροχών ασθενείας σε είδος όταν βρίσκεται σε άλλο κράτος μέλος.

Συνεπώς, όταν ένας συνταξιούχος βρίσκεται ως επισκέπτης σε κράτος μέλος στο οποίο δεν έχει την κατοικία του και χρειάζεται ιατρική περίθαλψη, ο φορέας του τόπου διαμονής δεν μπορεί να απαιτήσει την πλήρωση προσθέτων προϋποθέσεων πέραν των προβλεπομένων από την κοινοτική νομοθεσία ούτε να εκτιμήσει κατά πόσον υφίσταται άμεση ανάγκη παροχών. Από την άλλη πλευρά, ούτε ο φορέας του τόπου κατοικίας μπορεί να επιβάλει υποχρέωση λήψεως εκ των υστέρων εγκρίσεως, όπως συμβαίνει στην ελληνική αυτή υπόθεση.

Ο γενικός εισαγγελέας θεωρεί ότι, αν οι αρχές του κράτους μέλους κατοικίας υποπτεύονται ότι σκοπός της μετακινήσεως του ενδιαφερομένου υπό την κάλυψη του εντύπου Ε 111 ήταν η υποβολή του σε θεραπεία κατά καταστρατήγηση της διαδικασίας που ισχύει για όλους τους ασφαλισμένους, οφείλουν να εξετάσουν άλλα έγγραφα ή πραγματικά περιστατικά (π.χ., το αν ο ενδιαφερόμενος ήταν σε λίστα αναμονής, αν είχε απορριφθεί αίτησή του για τη χορήγηση εγκρίσεως προκειμένου να μεταβεί στο εξωτερικό για θεραπεία, κ.λπ.) που αποτελούν ενδείξεις περί του ότι αυτός ήταν ο σκοπός του ταξιδιού.

Τέλος, ο γενικός εισαγγελέας θεωρεί ότι όταν ο φορέας του τόπου διαμονής αρνείται αδικαιολογήτως να δεχθεί το έντυπο Ε 111, οι αρχές του τόπου κατοικίας οφείλουν να επιβαρύνονται με τα πραγματοποιηθέντα ιατρικά έξοδα, ούτως ώστε να μη ζημιώνεται ποτέ ο συνταξιούχος.


Ανεπίσημο έγγραφο προοριζόμενο για τον Τύπο, το οποίο δεν δεσμεύει το Δικαστήριο.

Διατίθεται στην ισπανική, τη γαλλική, την ελληνική, την αγγλική και την ολλανδική γλώσσα.

Για το πλήρες κείμενο των προτάσεων, συμβουλευθείτε τη σελίδα Internet του Δικαστηρίου www.curia.eu.int  μετά τις 15.00. σήμερα.

Για περισσότερες πληροφορίες επικοινωνήστε με την κ. Estella Cigna
τηλ. (00 352) 4303 - 2582 fax (00 352) 4303 - 2674.
 


[Curia]