Τμήμα Τύπου και Πληροφοριών

ΑΝΑΚΟΙΝΩΘΕΝ ΤΥΠΟΥ ΑΡΙΘ. 84/02

της 22ας Οκτωβρίου 2002

Αποφάσεις του Πρωτοδικείου στις υποθέσεις Τ-310/01 και Τ-77/02

Schneider Electric SA κατά Επιτροπής

ΤΟ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΚΥΡΩΝΕΙ ΤΙΣ ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΟΥ ΑΠΑΓΟΡΕΥΟΥΝ ΤΗ ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΗ ΜΕΤΑΞΥ SCHEIDER ΚΑΙ LEGRAND ΚΑΙ ΔΙΑΤΑΣΣΟΥΝ ΚΑΤΑ ΣΥΝΕΠΕΙΑ ΤΟΝ ΧΩΡΙΣΜΟ ΤΟΥΣ

Η εκ μέρους της Επιτροπής οικονομική εκτίμηση είναι πλημμελής λόγω σφαλμάτων και παραλείψεων, εξαιτίας των οποίων στερείται αποδεικτικής ισχύος, εκτός όσον αφορά τις κατά κλάδους γαλλικές αγορές
Έναντι των κατά κλάδων γαλλικών αγορών, το Πρωτοδικείο δέχεται μεν τα δυσμενή για τον ανταγωνισμό αποτελέσματα της σχετικής συγκεντρώσεως, διαπιστώνει όμως και σοβαρή προσβολή των δικαιωμάτων άμυνας, πράγμα το οποίο το οδηγεί στην ακύρωση της απαγορευτικής αποφάσεως της Επιτροπής.


Το Πρωτοδικείο εκδίδει σήμερα δύο αποφάσεις που αφορούν προσφυγές τις οποίες άσκησε ο γαλλικός όμιλος Schneider Electric κατά της αρνήσεως της Επιτροπής να δεχθεί τη συγχώνευσή της με τη Legrand, επίσης γαλλική επιχείρηση και επίσης παραγωγό ηλεκτρολογικού υλικού χαμηλής τάσεως, και κατά μιας δεύτερης αποφάσεως της Επιτροπής, διατάσσουσας κατά συνέπεια τον χωρισμό των δύο εταιριών. Μεταξύ των επ' ακροατηρίου συζήτησεων και των σημερινών αποφάσεων παρήλθε χρονικό διάστημα μόλις μεγαλύτερο του τριμήνου, ως αποτέλεσμα της ταχείας διαδικασίας που έγινε δεκτή υπέρ της Schneider τον Μάιο του 2002, σε αντιστάθμισμα της οποίας η εταιρία αυτή μείωσε τον αριθμό των επιχειρημάτων που εξέθετε με το δικόγραφο της προσφυγής της. Εξάλλου, η Επιτροπή όρισε νέα μεταγενέστερη ημερομηνία από την οποία οι δύο επιχειρήσεις θα έπρεπε να χωριστούν, προκειμένου να παράσχει τη δυνατότητα στο Πρωτοδικείο να αποφανθεί σε εύθετο χρόνο.

Κατά την Επιτροπή, τα αποτελέσματα της ως άνω συγχωνεύσεως επί του ανταγωνισμού θα επηρέαζαν το σύνολο του εξοπλισμού που χρησιμοποιείται για τη διανομή ηλεκτρικού ρεύματος και για τον έλεγχο των ηλεκτρικών κυκλωμάτων σε διάφορα επίπεδα (κατοικία, γραφείο, βιομηχανία). Τούτο καλύπτει μια ευρεία σειρά προϊόντων, από τους πίνακες διανομής μέχρι τους ρευματοδότες και τους διακόπτες, περιλαμβανομένων και των συστημάτων στήριξης καλωδίων.

Η ακύρωση της πρώτης αποφάσεως της Επιτροπής προκύπτει κατόπιν εκτιμήσεως του Πρωτοδικείου σε δύο στάδια:

.    σε ένα πρώτο στάδιο, το Πρωτοδικείο αμφισβητεί την οικονομική ανάλυση στην οποία στηρίχθηκε η Επιτροπή προκειμένου να εμποδίσει τη συγχώνευση, δεχόμενη την πραγματοποίησή της μόνον όσον αφορά τις κατά κλάδους γαλλικές αγορές.

.    σε ένα δεύτερο στάδιο, σχετικά μόνο με αυτές τις τελευταίες αγορές, ασχολείται με τη διαδικασία που ακολούθησε η Επιτροπή κατά την εξέταση του σχεδίου και διαπιστώνει μιατυπική πλημμέλεια, η οποία συνίσταται σε προσβολή των δικαιωμάτων άμυνας, ενόψει της διαφοράς μεταξύ της ανακοινώσεως των αιτιάσεων και της αποφάσεως της Επιτροπής.

Πρώτον, το Πρωτοδικείο σημειώνει πολλά πρόδηλα σφάλματα, παραλείψεις και αντιφάσεις όσον αφορά την οικονομικού χαρακτήρα συλλογιστική της Επιτροπής. Έτσι, η Επιτροπή, αφού δέχθηκε ότι οι σχετικές γεωγραφικές αγορές αφορούσαν το σύνολο του κράτους, προς απόδειξη της ενισχύσεως ή της δημιουργίας δεσπόζουσας θέσεως της προκύπτουσας από τη συγχώνευση επιχειρήσεως, στηρίζει την εκ μέρους της εκτίμηση των συνεπειών της συγχωνεύσεως σε παρατηρήσεις που συνδέονται με διεθνούς χαρακτήρα στοιχεία, συνολικής φύσεως, απορρέουσες από γενίκευση με βάση μία μόνον αγορά, χωρίς να αποδεικνύει τη σημασία τους σε εθνικό επίπεδο. Ομοίως, η εκ μέρους της παράθεση της αναπόφευκτης θέσεως που θα δημιουργούνταν λόγω της συγχωνεύσεως των δύο εταιριών έναντι των χονδρεμπόρων στηρίζεται μόνο σε γενικά στοιχεία, ενώ μια πιο συγκεκριμένη εκτίμηση σε εθνικό επίπεδο θα ήταν προτιμότερη και πειστικότερη.

Επιπλέον, ελλείψει συγκεκριμένης εξετάσεως των επηρεαζόμενων αγορών ανά χώρα, το επιχείρημα που στηρίζεται σε ένα άνευ προηγουμένου δυνητικό αποτέλεσμα σχετικά με την ποικιλία των προσφερομένων προϊόντων και το ευρύ σχετικό χαρτοφυλάκιο δεν πείθει το Πρωτοδικείο. Ούτε από το γεγονός ότι η Schneider κατέχει μεγάλα μερίδια στις αγορές τερματικού ηλεκτρικού εξοπλισμού στις σκανδιναβικές χώρες ούτε από το ότι η Legrand δραστηριοποιείται ως επί το πλείστον στη νότια Ευρώπη μπορεί να συναχθεί ότι τα προϊόντα του ομίλου Schneider- Legrand θα καλύψουν το σύνολο των υφιστάμενων ηλεκτρικών προϊόντων. Τούτο οδήγησε την Επιτροπή σε υπερκτίμηση της οικονομικής ισχύος του ομίλου. Ομοίως, δέχεται το Πρωτοδικείο, η Επιτροπή υπερεκτίμησε την οικονομική ισχύ της προκύπτουσας από τη συγχώνευση επιχειρήσεως, εκτιμώντας τα μερίδια της αγοράς του ομίλου έναντι των μεριδίων των δύο κυριότερων ανταγωνιστών (Siemens και ABB), τα οποία υποτίμησε, χωρίς να λαμβάνει υπόψη τις εσωτερικές πωλήσεις εξαρτημάτων για ηλεκτρικούς πίνακες τις οποίες οι τελευταίες αυτές εταιρίες πραγματοποιούν με τις ειδικευμένες θυγατρικές τους.

Τα αριθμητικά και άλλα στοιχεία σχετικά με την ιταλική και τη δανική αγορά συνηγορούν υπέρ της αμφισβητήσεως των συμπερασμάτων της Επιτροπής.

Παρά τα κενά που διαπιστώθηκαν όσον αφορά την εκτίμηση των αποτελεσμάτων της συγχωνεύσεως, το Πρωτοδικείο δέχεται ότι, όσον αφορά τις γαλλικές κατά κλάδους αγορές στις οποίες οι δύο εταιρίες κατέχουν σημαντικά μερίδια της αγοράς, το συμπέρασμα της Επιτροπής σχετικά με τη δεσπόζουσα θέση και την εξάλειψη του ανταγωνισμού μπορεί να γίνει δεκτό, λαμβανομένων υπόψη των αναφερόμενων πραγματικών στοιχείων.

Έτσι, σε σχέση μόνο με τις γαλλικές αγορές που επηρεάζονται από τη συγχώνευση, το Πρωτοδικείο εξετάζει, σε ένα δεύτερο στάδιο, το επιχείρημα της Schneider που στηρίζεται σε ουσιώδη μεταβολή της φύσεως των αιτιάσεων της Επιτροπής μεταξύ της εκθέσεως των αιτιάσεων που απέστειλε στους ενδιαφερομένους και της προσβαλλομένης ενώπιον του Πρωτοδικείου τελικής αποφάσεώς της. Πράγματι, σκοπός της εκθέσεως των αιτιάσεων είναι να παράσχει στην επιχείρηση τη δυνατότητα να προτείνει λύσεις στα εκτιθέμενα προβλήματα πριν η Επιτροπή λάβει την τελική της απόφαση. Με την κοινοποιηθείσα έκθεση των αιτιάσεων υπογραμμιζόταν η "αλληλοεπικάλυψη" των δραστηριοτήτων της Schneider-Legrand σε ορισμένες αγορές και η συνακόλουθη ενίσχυση της θέσεως της Schneider έναντι των χονδρεμπόρων. Στην απόφαση που αποτελεί το αντικείμενο της παρούσας διαφοράς, η Επιτροπή χρησιμοποιεί τον όρο "παράλληλη άσκηση δραστηριοτήτων" που αφορά δύο δεσπόζουσες θέσεις σε μια και μοναδική χώρα εκ μέρους δύο επιχειρήσεων σε δύο κατά κλάδους αγορές που διαφέρουν μεν αλλά είναι συμπληρωματικές. Δεδομένου ότι οι αιτιάσεις αυτές έχουν διαφορετική έννοια, ήταν αδύνατο για τη Schneider να προτείνει τα κατάλληλα διορθωτικά μέτρα. Ενεργώντας με τον τρόπο αυτό και στερώντας τη Schneider από τη δυνατότητα να προτείνει τα κατάλληλα μέτρα απεμπλοκής της, η Επιτροπή προσέβαλε το δικαίωμα άμυνας.

Επομένως, η παρούσα απόφαση του Πρωτοδικείου ακυρώνει την απαγορευτική απόφαση της Επιτροπής. Το Πρωτοδικείο διευκρινίζει ότι σε περίπτωση εκ νέου εξετάσεως της συμφωνίας της συγχωνεύσεως προς την κοινή αγορά (σε περίπτωση που η Schneider εξακολουθεί να επιθυμεί να αποκτήσει τη Legrand), η διαδικασία πρέπει να αρχίσει και πάλι με τη σύνταξη μιας συγκεκριμένης ανακοινώσεως των αιτιάσεων και να αφορά μόνον τις γαλλικές αγορές οι οποίες προσδιορίστηκε ότι επηρεάζονται από την πραγματοποίηση της συγχωνεύσεως.

Όσον αφορά την υπόθεση Τ-77/02, σχετικά με τη δεύτερη απόφαση της Επιτροπής, που επιβάλλει τον χωρισμό της Legrand και της Schneider, απόφαση η οποία έχει ως έννομη βάση την απόφασηπερί απαγορεύσεως της συγχωνεύσεως, η ακύρωση της τελευταίας συνεπάγεται και την ακύρωση της δεύτερης αποφάσεως, που στερείται πλέον ερείσματος.

Ανεπίσημο έγγραφο για χρήση από τα μέσα μαζικής ενημερώσεως,
το οποίο δεν δεσμεύει το Δικαστήριο.

Διαθέσιμες γλώσσες: όλες

Για το πλήρες κείμενο της αποφάσεως συμβουλευθείτε την ιστοσελίδα μας
www.curia.eu.int  περί την 3η μ.μ. σήμερα.

Για περισσότερες πληροφορίες, επικοινωνήστε με την κ. Estella Cigna
τηλ: (352) 43 03 2582 fax: (352) 43 03 2674