Τμήμα Τύπου και Πληροφοριών

ΑΝΑΚΟΙΝΩΘΕΝ ΤΥΠΟΥ ΑΡΙΘ. 116/03

17 Δεκεμβρίου 2003

Απόφαση του Πρωτοδικείου στην υπόθεση T-219/99

British Airways plc κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

ΤΟ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΕΠΙΒΕΒΑΙΩΝΕΙ ΤΗΝ ΚΑΤΑΔΙΚΗ ΤΗΣ BRITISH AIRWAYS
ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΧΡΗΣΤΙΚΗ ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΣΗ ΔΕΣΠΟΖΟΥΣΑΣ ΘΕΣΕΩΣ

Το σύστημα ανταμοιβής επιδόσεων που χρησιμοποίησε η British Airways για τον υπολογισμό της προμήθειας των ταξιδιωτιικών πρακτόρων συνιστά καταχρηστική εκμετάλλευση της δεσπόζουσας θέσεως που κατέχει η British Airways στη βρετανική αγορά υπηρεσιών πρακτορείου αεροπορικών ταξιδίων


Η British Airways (BA), πρώτη βρετανική αεροπορική εταιρία, προκειμένου να πωλεί τα αεροπορικά της εισιτήρια στους επιβάτες, συνήψε συμφωνίες με τους ταξιδιωτιικούς πράκτορες εγκεκριμένους από την International Air Transport Association (IATA) του Ηνωμένου Βασιλείου. Βάσει των συμφωνιών αυτών, οι ταξιδιωτικοί πράκτορες λαμβάνουν βασική προμήθεια για τα εισιτήρια BA που πωλούν και απολαύουν άλλων πρόσθετων οικονομικών κινήτρων, ειδικότερα της ανταμοιβής επιδόσεων που υπολογίζεται σε συνάρτηση με την αύξηση των πωλήσεων εισιτηρίων ΒΑ από μια οικονομική χρήση σε άλλη.

Στις 9 Ιουλίου 1993, η Virgin Atlantic Airways, ανταγωνίστρια αεροπορική εταιρία, υπέβαλε στην Επιτροπή καταγγελία στρεφόμενη κατά των συμφωνιών αυτών.

Κατόπιν της διαδικασίας έρευνας που κίνησε η Επιτροπή, η BA υιοθέτησε νέο σύστημα ανταμοιβής επιδόσεων που εφάρμοσε από το 1998 . Εκτός του νέου ποσοστού 7%, κάθε πράκτορας μπορούσε να λάβει πρόσθετη προμήθεια ανερχόμενη έως το 3% για τα εισιτήρια διεθνών πτήσεων και έως το 1% για τα εισιτήρια εσωτερικών πτήσεων. Για κάθε μονάδα του ποσοστού βελτιώσεως των επιδόσεων σε σχέση με το ποσοστό αναφοράς του 95% των εισιτηρίων τα οποία είχαν πωληθεί τον προηγούμενο μήνα, ο πράκτορας ελάμβανε, επιπλέον της βασικής προμήθειας, την πρόσθετη προμήθεια 0,1%, η οποία υπολογιζόταν όχι μόνο με βάση τις πρόσθετες εισπράξεις που είχε πραγματοποιήσει αλλά και το σύνολο των πωλήσεων εισιτηρίων BA τα οποία είχε διαθέσει κατά τη σχετική περίοδο αναφοράς.

Στις 9 Ιανουαρίου 1998, η Virgin υπέβαλε στην Επιτροπή δεύτερη καταγγελία κατά του νέου αυτού συστήματος οικονομικών κινήτρων.

Με απόφαση της 14ης Ιουλίου 1999, η Επιτροπή καταδίκασε τις συμφωνίες και τα συστήματα κινήτρων που εφάρμοσε η BA καθόσον συνιστούσαν καταχρηστική εκμετάλλευση της δεσπόζουσας θέσεώς της στη βρετανική αγορά υπηρεσιών πρακτορείου αεροπορικών ταξιδίων και επέβαλε στην ΒΑ πρόστιμο 6,8 εκατομμυρίων ευρώ. Κατά την Επιτροοπή, τα συστήματα ανταμοιβής επιδόσεων είχαν ως αποτέλεσμα να παρακινούν τους Βρετανούς ταξιδιωτικούς πράκτορες να διατηρήσουν ή να αυξήσουν τις πωλήσεις τους εισιτηρίων BA, κατά προτίμηση από τα εισιτήρια των ανταγωνιστριών αεροπορικών εταιριών.

Η BA άσκησε προσφυγή κατά της αποφάσεως αυτής ενώπιον του Πρωτοδικείου.

Το Πρωτοδικείο απορρίπτει την προσφυγή που άσκησε η BA.

Η BA αμφισβήτησε, κατ' αρχάς, την αρμοδιότητα της Επιτροπής να εκδώσει την απόφαση της 14ης Ιουλίου 1999, λόγω της συλλογικής παραιτήσεως των μελών της που έγινε στις 16 Μαρτίου 1999, ενώ τα νέα μέλη της Επιτροπής διορίστηκαν μόλις στις 15 Σεπτεμβρίου 1999. Το Πρωτοδικείο διαπιστώνει ότι τα υπό παραίτηση μέλη της Επιτροπής εξακολοθουθούσαν να ασκούν τα καθήκοντά τους κατά την περίοδο αυτή και διατήρησαν έως την αντικατάστασή τους την πλήρη αρμοδιότητά τους.

Στο επιχείρημα ότι η BA υπέστη δυσμενή διάκριση λόγω του ότι είναι η μόνη αεροπορική εταιρία κατά της οποίας κινήθηκε έρευνα, ενώ άλλοι αερομεταφορείς είχαν εφαρμόσει τα ίδια συστήματα οικονομικών κινήτρων, το Πρωτοδικείο απαντά ότι το γεγονός ότι η Επιτροπή δεν διαπίστωσε ότι οι άλλοι αυτοί αερομεταφορείς είχαν διαπράξει παράβαση δεν παρέχει τη δυνατότητα παραμερισμού της παραβάσεως που προσάπτεται στην BA. Η Επιτροπή, όταν αντιμετωπίζει παραβάσεις που φέρονται ως αντίθετες προς το κοινοτικό δίκαιο του ανταγωνισμού εκ μέρους περισσοτέρων μεγάλων επιχειρήσεων του ίδιου οικονομικού τομέα, νομιμοποιείται πράγματι να επικεντρώσει τις προσπάθειές της σε μία από τις κατηγορούμενες επιχειρήσεις. Αν η BA θεωρεί ότι άλλοι αερομεταφορείς εφαρμόζουν παρόμοια με τα δι&# 954;ά της συστήματα οικονομικών κινήτρων, μπορεί πάντοτε να αμφισβητήσει την απόφαση της Επιτροπής να μη δώσει συνέχεια στις καταγγελίες που η ίδια η BA είχε υποβάλει κατά των ανταγωνιστών της.

Το Πρωτοδικείο θεωρεί ότι, για να αποδείξει τη δεσπόζουσα θέση της ΒΑ, η Επιτροπή ορθώς έλαβε υπόψη τη βρετανική αγορά υπηρεσιών διανομής αεροπορικών εισιτηρίων που παρέχουν τα πρακτορεία στις επιχειρήσεις αεροπορικών μεταφορών. Πράγματι, τα ταξιδιωτικά πρακτορεία συνιστούν τον απαραίτητο δίαυλο για τις αεροπορικές εταιρίες και αντιπροσωπεύουν, κατά συνέπεια, μια χωριστή αγορά υπηρεσιών. Επομένως, υπό την ιδιότητά της ως αγοραστή υπηρεσιών διανομής των εισιτηρίων της στους επιβάτες η BA κατέχει, στο Ηνωμένο Βασίλειο, δεσπόζουσα θέση σ' αυτή την τομεακή αγορά.

Η BA αμφισβήτησε επίσης την ύπαρξη δεσπόζουσας θέσεως και την καταχρηστική της εκμετάλλευση. Το Πρωτοδικείο θεωρεί αντιθέτως ως αποδειχθέν το ότι η BA κατέχει δεσπόζουσα θέση στη βρετανική αγορά υπηρεσιών πρακτορείου αεροπορικών ταξιδίων, αν ληφθεί υπόψη ο αριθμός των θέσεων που προσφέρει η BA, ο αριθμός των πτήσεών της, η ποσότητα των εισιτηρίων BA που πωλούν οι βρετανοί πράκτορες και ο αριθμός των επιβατών/χιλιομέτρων που μεταφέρει στις πτήσεις της η BA.

Ως προς την ύπαρξη καταχρηστικής εκμεταλλεύσεως, το Πρωτοδικείο παρατηρεί ότι η καταχρηστική εκμετάλλευση της δεσπόζουσας θέσεως μπορεί να συνίσταται στην εφαρμογή έναντι των εμπορικών εταίρων άνισων όρων επί ισοδυνάμων παροχών. Το Πρωτοδικείο φρονεί ότι τούτο συμβαίνει στην περίπτωση του συστήματος ανταμοιβής επιδόσεων της BA, διότι μπορούσε να συνεπάγεται, έναντι των βρετανικών πρακτορείων αεροπορικών ταξιδίων, την εφαρμογή διαφορετικών ποσοστών προμήθειας στο ίδιο ποσό εισπράξεων, λόγω του διαφορετικού ποσοστού αυξήσεως των πωλήσεων εισιτηρίων BA από ένα πρακτορείο σε άλλο. Εξάλλου, το Πρωτοδικείο παρατηρεί ότι αυτό το σύστημα ανταμοιβής επιδόσεων έχει ως αποτέλεσμα να περιορίζει την ελευθερία των βρετανικών πρακτορείων να παρέχουν τις υπηρεσίες τ 59;υς στις αεροπορικές εταιρίες της επιλογής τους και, κατά συνέπεια, να περιορίζει την πρόσβαση των αεροπορικών εταιριών, ανταγωνιστριών της BA, στην εξυπηρέτηση των αεροπορικών γραμμών από και προς τα βρετανικά αεροδρόμια, χωρίς το σύστημα αυτό να στηρίζεται σε οικονομικώς δικαιολογημένη αντιπαροχή. Επομένως, η Επιτροπή ορθώς κατέληξε στο ότι η BA προέβη σε καταχρηστική εκμετάλλευση της δεσπόζουσας θέσεώς της.

Τέλος, το Πρωτοδικείο επιβεβαιώνει το ύψος του προστίμου που επιβλήθηκε στην BA.

Υπόμνηση: κατά της αποφάσεως του Πρωτοδικείου μπορεί να ασκηθεί αναίρεση, περιοριζόμενη σε νομικά ζητήματα, ενώπιον του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων εντός δύο μηνών από της κοινοποιήσεως της αποφάσεως.


Ανεπίσημο έγγραφο για χρήση από τα μέσα μαζικής ενημερώσεως
το οποίο δεν δεσμεύει το Πρωτοδικείο.

Διαθέσιμες γλώσσες: Όλες

Για το πλήρες κείμενο της αποφάσεως
συμβουλευθείτε την ιστοσελίδα (www.curia.eu.int )
περί την 12η μεσημβρινή (ώρα Κεντρικής Ευρώπης ) της ημέρας δημοσιεύσεως της αποφάσεως

Για περισσότερες πληροφορίες
επικοινωνείστε με την κ. Estella Cigna
Tél. (00352) 4303-2582 Fax (00352) 4303-2674