Τμήμα Τύπου και Πληροφοριών

ΑΝΑΚΟΙΝΩΘΕΝ ΤΥΠΟΥ αριθ. 51/03

12 Ιουνίου 2003

Προτάσεις του γενικού εισαγγελέα Jean Mischo στην υπόθεση C-278/01

Επιτροπή κατά Ισπανίας

ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΓΕΝΙΚΟ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ, Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΔΕΝ ΠΑΡΕΣΧΕ ΣΤΗΝ ΙΣΠΑΝΙΑ ΕΠΑΡΚΗ ΧΡΟΝΟ ΩΣΤΕ ΝΑ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΕΨΕΙ ΝΑ ΕΚΤΕΛΕΣΕΙ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΥΔΑΤΩΝ ΚΟΛΥΜΒΗΣΕΩΣ

Κατά συνέπεια, ο γενικός εισαγγελέας προτείνει την απόρριψη της προσφυγής της Επιτροπής

Μια οδηγία του Συμβουλίου, του 1975, σχετικά με την ποιότητα των υδάτων κολυμβήσεως 1, αποβλέπει στην προστασία του περιβάλλοντος και της δημόσιας υγείας μέσω της μειώσεως της ρυπάνσεως των υδάτων αυτών και της προστασίας τους από περαιτέρω ρύπανση. Η οδηγία επιβάλλει στα κράτη μέλη να καθορίσουν τις τιμές που εφαρμόζονται στα ύδατα κολυμβήσεως όσον αφορά τις φυσικοχημικές και μικροβιολογικές παραμέτρους που καθορίζονται στα παραρτήματά της και να μεταφέρουν την οδηγία στο εσωτερικό τους δίκαιο την 1η Ιανουαρίου 1986. Η υποχρέωση αυτή ίσχυε και για την Ισπανία, η οποία προσχώρησε στις Ευρωπαϊκές Κοινότητες στις 12 Ιουνίου του 1985.
Με την απόφαση της 12ης Φεβρουαρίου 1998 2, το Δικαστήριο καταδίκασε το Βασίλειο της Ισπανίας διότι δεν είχε θεσπίσει τις αναγκαίες διατάξεις ώστε τα εσωτερικά ύδατα κολυμβήσεως στο ισπανικό έδαφος να ανταποκρίνονται στα κριτήρια που επιβάλλει η οδηγία. Η Επιτροπή διαπίστωσε ότι κατά την περίοδο κολυμβήσεως 2000, το 20 % των επιμάχων ζωνών κολυμβήσεως δεν πληρούσαν ακόμα τις προϋποθέσεις της οδηγίας και ότι, επιπλέον, η Ισπανία είχε μειώσει τον αριθμό των ζωνών αυτών. Ως εκ τούτου, άσκησε το 2001, νέα προσφυγή λόγω μη εκτελέσεως της αποφάσεως του Δικαστηρίου, επιβάλλοντας συγχρόνως στην Ισπανία χρηματική ποινή 45 600 ευρώ ανά ημέρα καθυστερήσεως από την ημερομηνία εκδόσεως της αποφάσεως επί της νέας προσφυγής και μέχρι της ημέρας της εκτελέσεως της πρώτης αποφάσεως του Δικαστηρίου.
Η Ισπανία υποστηρίζει ότι η Επιτροπή δεν της έταξε επαρκή προθεσμία ώστε να συμμορφωθεί προς τις υποχρεώσεις της. Η Επιτροπή, με την αιτιολογημένη γνώμη της, είχε ορίσει προθεσμία έως τις 27 Σεπτεμβρίου 2000, ήτοι δύο έτη και επτά μήνες μετά την έκδοση της αποφάσεως.

Ο γενικός εισαγγελέας Jean Mischo αναπτύσσει σήμερα τις προτάσεις του στην υπόθεση αυτή.

Η γνώμη του γενικού εισαγγελέα δεν δεσμεύει το Δικαστήριο. Οι γενικοί εισαγγελείς έχουν ως αποστολή να προτείνουν με πλήρη ανεξαρτησία στο Δικαστήριο τη νομική λύση των υποθέσεων που τους ανατίθενται.
 

Ο γενικός εισαγγελέας υπενθυμίζει ότι η Επιτροπή διαθέτει ευρεία εξουσία εκτιμήσεως ως προς τη σκοπιμότητα ασκήσεως μιας προσφυγής λόγω παραβάσεως και ως προς τον χρόνο ασκήσεως της προσφυγής. Η Συνθήκη ΕΚ δεν προβλέπει καμία προθεσμία κατά τη λήξη της οποίας το κράτος μέλος οφείλει να έχει εκτελέσει την απόφαση του Δικαστηρίου.

Κατά πάγια νομολογία, η άμεση και ομοιόμορφη εφαρμογή του κοινοτικού δικαίου απαιτεί να αρχίζει αμέσως η εκτέλεση της αποφάσεως του Δικαστηρίου και να ολοκληρώνεται εντός του συντομοτέρου δυνατού χρόνου. Η νομολογία αυτή συνεπάγεται ότι πρέπει να παρέχεται στο κράτος μέλος επαρκής χρόνος ώστε να προβεί στην εκτέλεση αυτή. Συνεπώς, μπορεί να παρέλθει ένα χρονικό διάστημα προτού καταστεί αναμφισβήτητη η μη εκτέλεση της αποφάσεως, τουλάχιστον έως ότου τα ληφθέντα μέτρα παραγάγουν αποτελέσματα.

Η Ισπανία άρχισε να εκτελεί την απόφαση του Δικαστηρίου μόνο μετά την προθεσμία που τάχθηκε με την αιτιολογημένη γνώμη της Επιτροπής;

Ο γενικός εισαγγελέας δεν συμμερίζεται την άποψη της Επιτροπής, η οποία επικρίνει την αδράνεια των ισπανικών αρχών μεταξύ της ημερομηνίας εκδόσεως της αποφάσεως (12/02/1998) και της ημερομηνίας της αιτιολογημένης γνώμης (27/09/2000). Συγκεκριμένα υπογραμμίζει ότι οι αριθμοί μαρτυρούν βελτίωση της ποιότητας των επιδίκων υδάτων κολυμβήσεως μεταξύ του 1998 και του 1999, δεδομένου ότι το ποσοστό τηρήσεως των οριακών τιμών αυξήθηκε από 73 σε 76,5 %. Ο γενικός εισαγγελέας αναφέρει, επιπλέον, ότι η διαβίβαση στην Επιτροπή, κατά την εκπνοή της προθεσμίας που τάχθηκε με την αιτιολογημένη γνώμη, ενός σχεδίο δράσεως που είχε εκπονηθεί για τον εντοπισμό των προβλημάτων δεν καταδεικνύει ότι η Ισπανία άρχισε να εκτελεί τα μέτρα αποκαταστάσεως μόνο μετά την παραλαβή αυτής της αιτιολογημένης γνώμης, αλλά ότι από τη δικογραφία προκύπτει ότι το σχέδιο αυτό στηρίζεται σε στοιχεία τα οποία είχαν συλλεγεί σε προγενέστερο χρόνο. Κατά τον γενικό εισαγγελέα, η Επιτροπή δεν προσκομίζει καμία απόδειξη περί του ότι οι ισπανικές αρχές δεν άρχισαν αμέσως την εκτέλεση της αποφάσεως του Δικαστηρίου.

Πώς μπορεί να εκτιμηθεί αν η προθεσμία που χορηγήθηκε στην Ισπανία ήταν εύλογη;

Κατά τον γενικό εισαγγελέα, ο εύλογος χαρακτήρας της προθεσμίας εξαρτάται από τα μέτρα που απομένει να ληφθούν από το κράτος μέλος κατά τον χρόνο της εκδόσεως της αποφάσεως του Δικαστηρίου και μπορεί, κατά συνέπεια, να ποικίλλει αναλόγως των περιστάσεως κάθε συγκεκριμένης περιπτώσεως, οι δε υποχρεώσεις αποτελέσματος που απορρέουν από τις οδηγίες δεν είναι συγκρίσιμες μεταξύ τους. Αν, σε ορισμένες περιπτώσεις, οι ενέργειες που απαιτείται να γίνουν από το κράτος μέλος συνίστανται στη θέσπιση νομοθετικών ή κανονιστικών κανόνων, οπότε είναι εύκολη η ταχεία υλοποίησή τους, δεν συμβαίνει το ίδιο στην παρούσα περίπτωση, όπου η υποχρέωση αποτελέσματος συνίσταται στη μεταβολή και τον έλεγχο μιας φυσικής πραγματικότητας που αφορά το σύνολο της χώρας. Φαίνεται ότι η Ισπανία αντιμετωπίζει διάχητες πηγές ρυπάνσεως ή ροές ρύπων που προέρχονται από γεωργικές γαίες και ότι δεν είναι εύκολος ο εντοπισμός των προβλημάτων αυτών και η αντιμετώπισή τους - ιδίως διότι, στην πλειονότητα των περιπτώσεων, είναι αναγκαίο να παρέλθουν πολλές περίοδοι κολυμβήσεως προτού μπορέσει να εντοπιστεί η πραγματική πηγή ή ο κύκλος της ρυπάνσεως. Σε ορισμένες καταστάσεις, λύση μπορεί να βρεθεί μόνο με την εφαρμογή μακροπροθέσμων προγραμμάτων βελτιώσεως των γεωργικών πρακτικών.


Ο γενικός εισαγγελέας καταλήγει στο συμπέρασμα ότι τα επιχειρήματα της Επιτροπής δεν επιτρέπουν να καταδειχθεί ότι δόθηκε στην Ισπανία εύλογος χρόνος προκειμένου να εκτελέσει την απόφαση του Δικαστηρίου και, συνεπώς, δεν αποδεικνύουν ότι, κατά την εκπνοή της προθεσμίας που τάχθηκε με την αιτιολογημένη γνώμη, μπορούσε να διαπιστωθεί μη εκτέλεση υποχρεώσεων εκ μέρους της Ισπανίας.
Ο γενικός εισαγγελέας υπογραμμίζει ότι τέτοιες καταστάσεις θα πρέπει μόνο κατ' εξαίρεση να αναγνωρίζονται, λαμβανομένων υπόψη των ιδιαιτεροτήτων κάθε περιπτώσεως. Κατά συνέπεια, θεωρεί ότι η παράβαση που επικαλείται η Επιτροπή δεν αποδεικνύεται και ότι, επομένως, η προσφυγή του εν λόγω οργάνου πρέπει να απορριφθεί.


Ανεπίσημο έγγραφο προοριζόμενο για τον Τύπο, το οποίο δεν δεσμεύει το Δικαστήριο.

Διατίθεται σε όλες τις επίσημες γλώσσες.

Για το πλήρες κείμενο των προτάσεων, συμβουλευθείτε τη σελίδα Internet του Δικαστηρίου www.curia.eu.int  μετά τις 15.00. σήμερα.

Για περισσότερες πληροφορίες επικοινωνήστε με την κ. Estella Cigna
τηλ. (00 352) 4303 - 2582 fax (00 352) 4303 - 2674.

 

1 -     Οδηγία 76/160/ΕΟΚ της 8ης Δεκεμβρίου 1975 2 -     Απόφαση Επιτροπή κατά Ισπανίας (C-92/96, Συλλογή 1998, σ. I-505)