Τμήμα Τύπου και Πληροφοριών

ΑΝΑΚΟΙΝΩΘΕΝ ΤΥΠΟΥ αριθ. 34/04

29 Απριλίου 2004

ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΕΠΙ ΤΗΣ ΥΠΟΘΕΣΕΩΣ C304/02

Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Γαλλικής Δημοκρατίας

Ο ΓΕΝΙΚΟΣ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ GEELHOED ΠΡΟΤΕΙΝΕΙ ΣΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΝΑ ΕΠΙΒΑΛΕΙ ΣΕ ΚΡΑΤΟΣ ΜΕΛΟΣ, ΓΙΑ ΠΡΩΤΗ ΦΟΡΑ, ΤΗΝ ΚΑΤΑΒΟΛΗ ΚΑΤ ΑΠΟΚΟΠΗΝ ΠΟΣΟΥ ΓΙΑ ΔΙΑΡΚΗ ΚΑΙ ΟΥΣΙΩΔΗ ΠΑΡΑΒΙΑΣΗ ΤΟΥ ΚΟΙΝΟΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ

Ο γενικός εισαγγελέας προτείνει να επιβληθεί στη Γαλλία κατ αποκοπήν πρόστιμο ύψους 115,5 εκατομμυρίων ευρώ λόγω μη συμμορφώσεώς της, επί σειρά ετών, προς την υποχρέωση εφαρμογής των περί αλιείας διατάξεων καθώς και να υποχρεωθεί η Γαλλία να καταβάλλει σχεδόν 58 εκατομμύρια ευρώ για κάθε περαιτέρω εξάμηνο μη συμμορφώσεως.


Το 1991 το Δικαστήριο, κατόπιν προσφυγής της Επιτροπής, διαπίστωσε ότι η Γαλλία, παραλείποντας από το 1984 έως το 1987 τη διενέργεια ελέγχων που να εξασφαλίζουν την εφαρμογή των κοινοτικών μέτρων για τη διατήρηση των αλιευτικών πόρων, παραβίασε το κοινοτικό δίκαιο. Ειδικότερα, το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι η Γαλλία δεν διεξήγε ελέγχους ως προς το ελάχιστο μέγεθος των ματιών στα δίχτυα, τον συμπληρωματικό εξοπλισμό των διχτυών, την παρεμπίπτουσα αλιεία και το ελάχιστο μέγεθος των αλιευμάτων των οποίων επιτρέπεται η πώληση. Επιπλέον, το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι η Γαλλία δεν ασκούσε δίωξη κατά των παραβατών των σχετικών κοινοτικών διατάξεων.

Κατά τα έντεκα έτη που ακολούθησαν, η Επιτροπή βρισκόταν σε συνεχή διάλογο με τη Γαλλία ως προς την εκτέλεση των κοινοτικών κανόνων. Ωστόσο, κατόπιν σειράς ελέγχων που διεξήχθησαν από επιθεωρητές της Κοινότητας σε διάφορα γαλλικά λιμάνια κατ αυτή την περίοδο, η Επιτροπή εξακολούθησε να αμφιβάλλει κατά πόσον η Γαλλία είχε συμμορφωθεί πλήρως προς τις υποχρεώσεις της. Κατά συνέπεια, η Επιτροπή ζήτησε από το Δικαστήριο να αποφανθεί ότι η Γαλλία δεν συμμορφώθηκε προς την απόφαση του Δικαστηρίου του 1991 και να υποχρεώσει τη Γαλλία να καταβάλλει, από της ημερομηνίας επιδόσεως της παρούσας αποφάσεως, 316.500 ευρώ για κάθε ημέρα μη συμμορφώσεως προς την εν λόγω απόφαση.

Επί του ζητήματος αν η Γαλλία συμμορφώθηκε προς την απόφαση του 1991, ο γενικός εισαγγελέας διακρίνει μεταξύ δύο χρονικών περιόδων: πρώτον, της περιόδου μεταξύ 1991 και 2000, οπότε έληξε η προθεσμία συμμορφώσεως προς την αιτιολογημένη γνώμη της Επιτροπής, και, δεύτερον, της παρούσας καταστάσεως, προκειμένου να κριθεί αν η Γαλλία υπέχει υποχρέωση καταβολής χρηματικής ποινής ανά ημέρα μη συμμορφώσεως.

Όσον αφορά την πρώτη χρονική περίοδο, μεταξύ 1991 και 2000, ο γενικός εισαγγελέας επισημαίνει ότι η Γαλλία έλαβε σειρά μέτρων για τη βελτίωση του ελέγχου συμμορφώσεως προς τους κοινοτικούς κανόνες. Ωστόσο, τα μέτρα αυτά μπορούν να θεωρηθούν ως αποτελεσματικά μόνον εάν οδηγούν σε κατάσταση πραγμάτων, η οποία αντιστοιχεί προς την επιδιωκόμενη με τους εν λόγω κανόνες. Οι εκθέσεις των επιθεωρητών της Κοινότητας περιλαμβάνουν σειρά στοιχείων εκ των οποίων προκύπτει ότι η Γαλλία δεν ελέγχει πράγματι και αποτελεσματικά τη συμμόρφωση προς τους κανόνες καθώς και ότι οι προσπάθειες εκτελέσεως, εκ μέρους της Γαλλίας, με τη δίωξη των παραβατών, δεν ήταν αποτελεσματικές. Κατά τη γνώμη του, οι εκθέσεις αυτές αποδεικνύουν μια μόνιμη κατάσταση, η οποία διήρκεσε επί πολλά έτη και εξακολουθούσε να υφίσταται κατά τη λήξη της προθεσμίας η οποία ετάχθη με την αιτιολογημένη γνώμη. Ως εκ τούτου, ο γενικός εισαγγελές προτείνει στο Δικαστήριο να αποφανθεί ότι η Γαλλία δεν είχε συμμορφωθεί με την απόφαση του 1991 κατά το χρονικό αυτό σημείο.

Όσον αφορά την παρούσα κατάσταση, ο γενικός εισαγγελέας επισημαίνει ότι η Επιτροπή, απαντώντας σε ερωτήματα του Δικαστηρίου, δήλωσε ότι δεν μπορεί να αποφανθεί ακόμη αν οι νέοι έλεγχοι είχαν αποτέλεσμα στην πράξη. Επομένως, κατά τη γνώμη του, δεν είναι δυνατόν να κριθεί οριστικά αν η Γαλλία έχει συμμορφωθεί επί του παρόντος με τους κοινοτικούς κανόνες.

Αξιολογώντας τις συνέπειες της παραβάσεως που διέπραξε η Γαλλία, ο γενικός εισαγγελέας διακρίνει και πάλι μεταξύ των δύο χρονικών περιόδων.

Κατά τη γνώμη του, επί της συμπεριφοράς της Γαλλίας κατά το παρελθόν, ήτοι μεταξύ 1991 και 2000, το Δικαστήριο πρέπει να εφαρμόσει τους κανόνες περί επιβολής προστίμου στα κράτη μέλη κατά τρόπο που όχι μόνον να οδηγήσουν σε συμμόρφωση το συντομότερο δυνατόν, αλλά να έχουν και αποτρεπτικό αποτέλεσμα. Ημερήσιο πρόστιμο, επιβαλλόμενο μόνον από εκδόσεως της δεύτερης αποφάσεως του Δικαστηρίου, δεν θα οδηγούσε σε συμμόρφωση του κράτους μέλους προς το κοινοτικό δίκαιο από της ημερομηνίας διαπιστώσεως της παραβάσεως εκ μέρους του Δικαστηρίου. Αντιθέτως, η εκ μέρους του κράτους μέλους παράβαση του κοινοτικού δικαίου θα εξακολουθούσε μέχρι της επιβολής του προστίμου, με συνέπεια να θίγεται η αποτελεσματικότητα του κοινοτικού δικαίου. Συνεπώς, δεδομένου ότι η παράβαση είναι διαρκής, σοβαρή και ουσιώδης, ο γενικός εισαγγελέας προτείνει στο Δικαστήριο να επιβάλει, για πρώτη φορά, κατ αποκοπήν πρόστιμο ύψους 115.522.500 ευρώ. Για τον υπολογισμό του ύψους του προστίμου, ο γενικός εισαγγελέας έλαβε υπόψη το ημερήσιο πρόστιμο που πρότεινε η Επιτροπή και το πολλαπλασίασε επί 365 για να εξεύρει το καταβλητέο ποσό σε ετήσια βάση.

Όσον αφορά την ενδεχόμενη εξακολούθηση της παραβάσεως, ο γενικός εισαγγελέας αναγνωρίζει ότι η Επιτροπή χρειάζεται περαιτέρω στοιχεία για να αποφανθεί. Δεδομένου ότι οι πρακτικές ελέγχου και εκτελέσεως δεν μπορούν να μεταβληθούν αμέσως, θεωρεί ότι η επιβολή ποινής επί ημερήσιας βάσεως είναι απρόσφορη. Κατά συνέπεια, προτείνει η ποινή να επιβάλλεται ανά εξάμηνο, δεδομένου ότι αυτό το χρονικό διάστημα είναι επαρκές για να κριθεί εάν εξακολουθεί η παράβαση. Ο γενικός εισαγγελέας εισηγείται το ημερήσιο πρόστιμο, το οποίο πρότεινε η Επιτροπή, να πολλαπλασιαστεί επί 182,5, ώστε να προκύψει εξαμηνιαίο πρόστιμο ύψους 57.761.250 ευρώ.

Υπενθύμιση: Η γνώμη του γενικού εισαγγελέα δεν δεσμεύει το Δικαστήριο. Οι γενικοί εισαγγελείς έχουν ως αποστολή να προτείνουν με πλήρη ανεξαρτησία στο Δικαστήριο τη νομική λύση της υποθέσεως που τους έχει ανατεθεί. Η υπόθεση βρίσκεται τώρα υπό διάσκεψη, η δε απόφαση θα εκδοθεί αργότερα.



Ανεπίσημο έγγραφο, προοριζόμενο για τα μέσα μαζικής ενημερώσεως, το οποίο δεν δεσμεύει το Δικαστήριο.

Διαθέσιμες γλώσσες: όλες

Το πλήρες κείμενο των προτάσεων βρίσκεται στην ιστοσελίδα του Δικαστηρίου (www.curia.eu.int ).
Μπορείτε να το συμβουλευτείτε, καταρχήν, από τις 12 μ (ώρα Κεντρικής Ευρώπης) την ημερομηνία της αναπτύξεως των προτάσεων.

Για περισσότερες πληροφορίες επικοινωνήστε με την κ. Estella Cigna
Τηλ: (00352) 4303 2582 Fax: (00352) 4303 2674
 

Υπόθεση C-64/88, Επιτροπή κατά Γαλλίας (Συλλογή 1991, σ. Ι2727).